μιγάς

μιγάς
μῐγάς, άδος, ὁ and ,
A mixed pell-mell,

μιγάσιν Ἕλλησιν βαρβάροις θ' ὁμοῦ E.Ba.18

, cf. 1356;

ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες Isoc.4.24

, etc.;

πολλοὶ δ' ἔπιπτον μιγάδες E.Andr.1142

: c. dat.,

Θρήϊξιν μιγάδες Σκύθαι A.R.4.320

: as fem.,

μ. λοιβαί Id.3.1210

.
2 = μιξοβάρβαρος, D.Chr.53.6.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μιγάς — mixed pell mell masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάς — και μιγάδας ο και η, θηλ. και μιγάδα (ΑΜ μιγάς, άδος, ὁ και ἡ) αυτός που είναι προϊόν ανάμιξης, αναμεμιγμένος, σύμμικτος («μιγάσιν Ἕλλησι βαρβάροις θ ὁμοῡ» Ευρ.) νεοελλ. 1. (βιολ. ανθρωπολ.) άτομο που προέρχεται από τη διασταύρωση δύο γενετικά… …   Dictionary of Greek

  • μιγάδα — μιγάς mixed pell mell masc/fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάδας — μιγάς mixed pell mell masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάδες — μιγάς mixed pell mell masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάδεσσιν — μιγάς mixed pell mell masc/fem dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάδι — μιγάς mixed pell mell masc/fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάδος — μιγάς mixed pell mell masc/fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάδων — μιγάς mixed pell mell masc/fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάσι — μιγάς mixed pell mell masc/fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγάσιν — μιγάς mixed pell mell masc/fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”